ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΔΟΣ ΑΣΤΙΓΓΟΣ

Πρόσκληση

ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΔΟΣ ΑΣΤΙΓΓΟΣ

ΝΑΥΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΔΕΙΞΕΙΣ ΕΝ ΤΩ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΩ ΣΤΑΔΙΩ

3 Ιουνίου 1928, ὥρα 16.30-

διά τούς κ.κ. Βρατσάνον & Μπούμπαν

ΑΥΣΤΗΡΩΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ

Ο Φρανκ Άμπνεϊ Χέιστινγκς (γνωστός σε μας με το εξελληνισμένο όνομα Φραγκίσκος Άστιγξ) ήταν άγγλος αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού της Μεγάλης Βρετανίας και ένθερμος φιλέλληνας. Πήρε μέρος σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις της Ελληνικής Επανάστασης κι έπεσε ηρωικά μαχόμενος στο τελευταίο στάδιο του Αγώνα.

Ο Φραγκίσκος Άστιγξ γεννήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 1794 στο Λέστερ της Αγγλίας και ήταν γιος του στρατηγού σερ Τσαρλς Χέιστινγκς. Υπηρέτησε στην αρχή της σταδιοδρομίας του στο βρετανικό ναυτικό, όπου διακρίθηκε ως πυροβολητής, απομακρύνθηκε όμως το 1819, ενώ βρισκόταν στην Ιαμαϊκή (Τζαμάικα), για πειθαρχικό παράπτωμα.

Μετά την απόλυσή του πήγε στη Γαλλία, όπου επηρεάστηκε από τις φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και στις 12 Μαρτίου 1822 έφυγε από τη Μασσαλία με τον αμερικανό φιλέλληνα Τζορτζ Τζάρβις κι έφθασε στην Ύδρα στις 3 Απριλίου.

Συνάντησε τον ναύαρχο Τομπάζη και, λίγες μέρες αργότερα στην Κόρινθο, τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, που τον δέχθηκε με πολλή επιφύλαξη, πιστεύοντας ότι ήταν κατάσκοπος των Τούρκων. Με την επιμονή του Τζάρβις, ο Μαυροκορδάτος μεταπείστηκε και δέχθηκε να καταταγεί ο άγγλος φιλέλληνας στο ναυτικό.

Ο Άστιγξ, με τη μικρή πείρα που είχε αποκτήσει και με τη γνώση της ευρωπαϊκής τακτικής του ναυτικού πολέμου, πίστευε ότι απαραίτητη προϋπόθεση της επιτυχίας του ελληνικού στόλου ήταν η οργάνωσή του και ο εκσυγχρονισμός του με ατμήλατα πλοία και με την αύξηση της δύναμης πυρός των ναυτικών μονάδων.

Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε επίμονα, και όταν πληροφορήθηκε ότι είχε φθάσει στην Κεφαλληνία ο λόρδος Βύρων και ότι θα διέθετε σεβαστό χρηματικό ποσό για τον ελληνικό Αγώνα, του απηύθυνε σχετικές επιστολές με τις απόψεις του και προσπάθησε να τον πείσει για την ορθότητα των σχεδίων του.

Στο μεταξύ, στις 11 Μαΐου 1823, το Εκτελεστικό Σώμα διόριζε τον Άστιγξ «αρχηγό της πυροβολικής οπλοφορίας δια την εκστρατείαν της νήσου Κρήτης» υπό τις διαταγές του αρμοστή του νησιού Εμμανουήλ Τομπάζη, ενώ δεν φαινόταν να αποδέχεται τις εισηγήσεις του για την ανανέωση των πολεμικών μέσων, που τη θεωρούσε πολυδάπανη.

Το 1824 ο Άστιγξ υπέβαλε υπόμνημα στην ελληνική κυβέρνηση, στο οποίο ανέπτυσσε λεπτομερώς τις απόψεις του, δήλωνε ότι θα διέθετε ο ίδιος σημαντικό ποσό και θα επιστατούσε στην κατασκευή ατμοκίνητου πολεμικού πλοίου. Με τις προσπάθειές του το Βουλευτικό Σώμα ενέκρινε την εισήγησή του, και τελικά ναυπηγήθηκε η «Καρτερία», το 1825.

Στις 11 Οκτωβρίου 1826 η Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδας, με έγγραφό της, ανέθετε την κυβέρνηση του πλοίου στον Άστιγξ και όριζε «να αποτελεί μέρος του ελληνικού στόλου υπό τας οδηγίας του στολάρχου Ανδρέα Μιαούλη». Η «Καρτερία», 400 τόννων, με οκτώ πυροβόλα κι «έτερα ψιλά όπλα και εφόδια πολεμικά», έλαβε ενεργό μέρος στον Αγώνα.

Η πρόσκληση απευθύνεται στον Δήμο Βρατσάνο (1873 - 1944)  που ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, σεναριογράφος, σκηνοθέτης, παραγωγός και κριτικός του ελληνικού κινηματογράφου. Ήταν τελειόφοιτος των Φυσικών Επιστημών. Κατάγονταν από τα Ψαρά και ήταν απόγονος αγωνιστών της Επανάστασης του 1821.

Το 1904, ίδρυσε την πρώτη ελληνική κινηματογραφική εφημερίδα με τίτλο Εικονογραφημένη.

Το 1916-1917, ίδρυσε με τον Γιόζεφ Χεπ και τον Γεώργιο Προκοπίου την εταιρεία παραγωγής Asty Films.

Δισέγγονος του είναι ο γνωστός σεφ Τόνυ Βρατσάνος.

( Πρόσκληση Αρχείο Α. Καδδά)

Omilos Apogonon 1821